Κυριακή 25 Αυγούστου 2013

Πού κρυβόταν τόση σκατοψυχιά;Για όποιον δεν έχει διαβάσει ακόμη αυτό το γαμάτο άρθρο

























http://galaxyarchis.wordpress.com/2013/08/23/skatopsychoi/
Ποιος πολιτισμικός και κοινωνικός βόθρος άνοιξε το 2010;
Πόσο φαρμάκι έκρυβε μέσα της η ελίτ του ελληνικού πολιτισμού της δεκαετίας του ’90; 

Πόσες εμμονές και πόση αυταρέσκεια χωρά σε ανθρώπους της τέχνης και των γραμμάτων; Πόσο παραγωγικός είναι επιτέλους αυτός ο κοινωνικός δαρβινισμός που έχει επιβληθεί.
Ξεφτίλισαν το συνταξιούχο που αυτοκτόνησε στην πλατεία Συντάγματος.
Χλεύασαν τα παιδιά που λιποθύμησαν από κακή διατροφή.
 Αφόδευσαν σε πιτσιρικάδες που σαπίζουν στα κρατητήρια.
Αγνόησαν χιλιάδες ψυχές που στιβάζονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Χειροκρότησαν κάθε κυβερνητική απόφαση που έκριναν ότι είναι αρκούντως σκληρή και διαμαρτυρήθηκαν μόνο για τις καθυστερήσεις
στην επιβολή της πιο απάνθρωπης πολιτικής των τελευταίων δεκαετιών.

Όχι, δεν είναι ούτε εργοστασιάρχες, ούτε μεγαλοτραπεζίτες,
ούτε εθνικοί εργολάβοι, ούτε καναλάρχες.
Είναι άνθρωποι του πολιτισμού.
Είναι η πεφωτισμένη πρωτοπορία των 90s.
 Είναι το πνευματικό ισοδύναμο της σκωληκοειδούς απόφυσης του Κλικ.
Αφορμή για τις παρακάτω αράδες, η αυγουστιάτικη επέλαση των ανθρωπόμορφων ανθρωποφάγων στα ιντερνετικά μιντιομάγαζα, με πεντιγκρί «Έλληνα λογοτέχνη».

 Εκείνου του είδους που άκμασε στη δεκαετία του ’90 γράφοντας αφόρητα αυτοαναφορικές αηδίες, για να τις διαβάζει ο ίδιος και να αυτοθαυμάζεται.

 Πού πούλησαν δεκάδες χιλιάδες αντίτυπα σε ανθυποβαλκάνιους που ένιωσαν ότι έγιναν Ευρωπαίοι, γιατί κάτω από το ελενίτ του γκαράζ μπόρεσε επιτέλους να μπει η πολυπόθητη BMW. Δεν έχει κανένα νόημα να αραδιάσω ονόματα. Τα γνωρίζουν όλοι.

 Είναι συγγραφείς, ποιητές, πανεπιστημιακοί, που αλώνιζαν στους τηλεοπτικούς δέκτες
 και ενίοτε στα κομματικά επιτελεία.
Είναι όλοι εκείνοι, που η Λένα Διβάνη (αυτο)αποκαλεί… μετριοπαθέστατα, «διανόηση».
Όταν δεν υπήρχε συστημικός κίνδυνος οι «διανοητές» μπορούσαν εύκολα να παριστάνουν τους φιλελεύθερους και να ξιφουλκούν εναντίον του συστήματος,
αλλά να το εκμεταλλεύονται έμμεσα ή άμεσα για τον βιοπορισμό τους.

Τη στιγμή όμως το αυτό το ίδιο σύστημα άρχισε να απειλείται, σχεδόν αυτόματα ή και συντονισμένα, συντάχθηκαν αρχικά με αποφασιστικότητα και τελικά με λύσσα δίπλα του.

Με αυτόν τον τρόπο αποκαλύφθηκε ο βαθύτατος συντηρητισμός τους,
αυτή η συστημική μούχλα που τους εξασφάλιζε το παντεσπάνι τους.
 Εκεί ήταν πάντα. 
Απλά δεν απειλούνταν τόσα χρόνια.

Άλλωστε, οι περισσότεροι αξιοποίησαν εξαντλητικά, πολιτικό σύστημα, κόμματα και Κράτος. Είναι κρίμα να γίνουν θύματα των περικοπών του,
τώρα που και οι ιδέες και οι πελάτες εξαντλούνται.
Φτάσαμε στο σημείο λοιπόν, οπότε η αμφισβήτηση της εξουσίας να θεωρείται η κριτική στους πολιτικούς γιατί δεν είναι πιο αποφασιστικοί στην επιβολή του κοινωνικού δαρβινισμού και υπολογίζουν το πολιτικό κόστος των πράξεών τους,
δηλαδή γιατί υπολογίζουν ακόμη και τις οριακά δημοκρατικές διαδικασίες. 

Αν αυτό ονομάζεται διανόηση σε συνεχή σύγκρουση με την εξουσία και την πολιτική και πνευματική αρτηριοσκλήρωση,
τότε πράγματι ο Χίτλερ ήταν οραματιστής της παγκόσμιας ειρήνης.
Δεν υπάρχει κανένα μυστήριο σε αυτήν την περίπτωση.
Ούτε δα ήταν κάτι κρυφό ή μη αναμενόμενο.
 Ένας πανεπιστημιακός, διορισμένος σε Δ.Σ. κρατικής επιχείρησης και πέντε-έξι επιτροπές, υπάρχει περίπτωση να δαγκώσει το χέρι που τον ταΐζει;
«Μα δεν πληρώνομαι», αντιτάσσουν υποκριτικά.
«Το κάνω για το καλό του πολιτισμού,
 των γραμμάτων,
της κοινωνίας,
της χώρας,
της ανθρωπότητας,
του γνωστού και αγνώστου σύμπαντος».

Φαίνεται ότι στην προεμφυλιακή Ελλάδα του 21ου αιώνα, ο αλτρουισμός περίσσεψε στη διανόηση. Αυτός θα είναι και ο λόγος που συντηρούν την ανθρωποφαγία με τόσο πάθος.

Η παρεξηγημένη σκατοψυχιά

Είναι δείγμα υγείας, κατά την άποψή μου, το ότι ακόμη και στην τούρλα του Αυγούστου, τέτοια μισαλλόδοξα, υπερσυντηρητικά, ανιστόρητα, και εν τέλει απάνθρωπα κείμενα και δηλώσεις
δεν περνούν αναπάντητα.

Όχι μόνο αναδεικνύονται (ως απάνθρωπα) αλλά κάποιες φορές αναγκάζουν τον ιδιοκτήτη τους να ερμηνεύσει ή και ανακαλέσει τα λεγόμενά του.

Αυτό από την άλλη οδηγεί σε ένα ακόμη τραγελαφικό φαινόμενο.
Υποτιθέμενοι τεχνίτες της γλώσσας, λογοτέχνες και καθηγητές Πανεπιστημίου, να προσπαθούν να πείσουν ότι είναι ανίκανοι να βάλουν τη μία λέξη πίσω από την άλλη και να φτιάξουν μία κοινώς κατανοητή πρόταση που να μην επιδέχεται άλλης ερμηνείας.
Ποτέ άλλωστε τόσοι γνώστες της γλώσσας
δεν αποδείχτηκαν τόσο ανίκανοι να την χρησιμοποιήσουν.
Προφανώς δεν είναι αυτή η αλήθεια.
Καμία παρεξήγηση.
Καμία παρερμηνεία.

Ό,τι γράφουν ή λένε (ή καλύτερα, εκτοξεύουν), το εννοούν. 

Και εννοούν κάθε λέξη που χρησιμοποιούν.
Απλώς τους είναι αδύνατο να παραδεχτούν ότι πιάστηκαν με την καρδάρα στο χέρι.
 Και αντ’ αυτού προσπαθούν να την περάσουν κάτω από τα μάτια μας, επιμένοντας «δεν βλέπετε καλά». Λένε ότι «όταν ανακαλύφθηκε η συγγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο».
Σωστό.
Το κακό είναι ότι κάποιοι δεν έχουν ανακαλύψει ούτε τη συγγνώμη.
Πράγμα που μας οδηγεί στα κοινωνικά δίκτυα και το ρόλο τους.
Το κλαμπ των διανοητών που αλληλοκαβατζώνονται από κυβερνητική επιτροπή σε κρατικό Δ.Σ., έως και σήμερα παραμένει ερμητικά κλειστό.
Δεν αρκείται όμως σε αυτό.

Όντας ανέκαθεν κλειστό, αλλά χωρίς τη δυνατότητα ζύμωσης με τον πραγματικό κόσμο, η εντύπωση -σε μεγάλο βαθμό αληθής- ήταν ότι η κοινωνία μπορεί να άγεται εύκολα και εσαεί χωρίς να χρειαστεί να συγχρωτιζόμαστε με αυτήν.

Τα κοινωνικά δίκτυα ανέτρεψαν αυτήν την παγιωμένη εντύπωση και -με βίαιο τρόπο- τους αποκαλύπτουν μία άλλη πραγματικότητα. 
Ότι δεν είναι αυθεντίες.

Ότι ο λόγος τους δεν περνάει ως θέσφατο.
Ότι εκτοξεύουν συχνά πηχτές ανοησίες που δεν περνούν απαρατήρητες.

Για την ώρα συνεχίζουν να ζουν στη γυάλα τους, αλλά πλέον βλέπουν απ’ έξω.
Βλέπουν ότι δεν μπορούν να επιβάλουν εύκολα όποια άποψη βγάζουν από την κοιλιά τους ή -ακόμη χειρότερα- τους ορίζεται να επιβάλουν.

Αντιμετωπίζουν ανθρώπους που είναι εξυπνότεροι, πιο καλλιεργημένοι πνευματικά, περισσότερο γνώστες, πιο καταρτισμένοι και κυρίως πολύ πιο αξιόλογοι από αυτούς.

Εκατοντάδες πολίτες της διπλανής πόρτας, κατά κόρον ψευδώνυμοι (ακριβώς γιατί είναι της «διπλανής πόρτας» και δεν έχουν την ανάγκη να αντλήσουν κύρος από την ονοματάρα τους), που παράγουν ψηφίδες ιδεών πολύ πιο προωθημένων, πολύ πιο άρτια εκπεφρασμένων,
πολύ πιο σύγχρονων, και με περισσότερο ενδιαφέρον βρε αδερφέ από την ομοφοβική μπαλαφαρία της κάθε Σώτης στην Άθενς Βόις.
Οπότε χτυπάμε την ανωνυμία.
Πού πας χωρίς να σε λένε Χειμωνά ή Τατσόπουλο;
Πώς θα σε θυμάται η Ανθρωπότητα αν βγαίνεις με το όνομα «βυζιά μελάτα» ή «μπάμπης6789241»; Ποια κρατική επιτροπή θα σε βραβεύσει;
Ποιος υπουργός θα σου σφίξει το χέρι;
Ποια Σούλα Καραμπουζούκη, χήρα μεγαλοεργολάβου, θα σε συνοδεύσει σε παρουσίαση πραγματείας για την αφόρητη μυρωδιά της μασχάλης της εργατικής πλέμπας;

Ναι υπάρχει και η σαβούρα ανάμεσα στους ψευδώνυμος.
Ογκώδης και κραυγαλέα σαβούρα. Πώς θα ήταν δυνατόν να μην υπήρχε;
Αλλά καλό θα ήταν να μην διαβάζουμε κουταμάρες περί κανιβαλισμού.
 Δεν κανιβαλίζεται ο ανθρωποφάγος, αγάπη μου.
Υ.Γ.1 Δεν ισοπεδώνω τους διανοητές ή τους λογοτέχνες. Είναι όμως η πικρή αλήθεια ότι η πλειονότητα των διακεκριμένων Ελλήνων των γραμμάτων και της τέχνης των 90s πρωτοστατεί, συντάσσεται ή σιωπά, σε αυτό το ανθρωποφαγικό μεταμοντέρνο think tank της νεοφιλελεύθερης βαρβαρότητας.
Y.Γ.2 Πιο γραφικοί, πιο γελοίοι και τελικά ακόμη πιο σκατόψυχοι, είναι εκείνοι οι δευτεροκλασάτοι σχολιαστές σε ιστοσελίδες και εφημερίδες, που νιώθουν την αδήριτη ανάγκη να δικαιολογήσουν κάθε κρετινισμό των παραπάνω «διανοητών».

Πρόκειται για εκείνα τα γελοία ανθρωπάκια που προσπαθούν με κάθε τρόπο να μπουν στα σαλόνια της κυρίας Σούλας Καραμπουζούκη, χήρας μεγαλοεργολάβου, και να τα θαυμάσουν κι αυτά για το αφόρητο τίποτε που πουλάνε.
Zaphod

2 σχόλια:

  1. Για τον Ξανθούλη κλπ διαβάστε στην ίδια εφημερίδα την αποδόμηση του από τον Γιάννη Χάρη:

    Της Κικής Δημουλά τής κατέλαβαν οι ξένοι την Κυψέλη, του Γιάννη Ξανθούλη τού καταλαμβάνουν κάθε Κυριακή την πλατεία Κάνιγγος, όχι οι ξένοι γενικά αλλά «ΟΛΗ η πρώην Σοβιετική Ένωση». Ειδικότερα, μεσόκοπες κυρίες που μιλούν τη γλώσσα, λέει, του Τσέχοφ και του Στάλιν, αλλά και «τα σύγχρονα “πουτανίστικα” ρώσικα», κάτι «κυρίες που συμπτωματικά ΟΛΕΣ γνωρίζουν από νοσηλεία, έχουν διπλώματα φιλοσοφίας και μηχανοδηγών τρένων, άδεια οδήγησης πυραύλων, τελειόφοιτες ωδείων στο τμήμα κλασικού τραγουδιού και πολλές με ειδικές σπουδές στο πιάνο και κυρίως στην ΑΡΠΑ… Έλεος!» Τα κεφαλαία, του Γ.Ξ.: το «ΟΛΕΣ», ειρωνείας σημαντικό· το «ΑΡΠΑ», ξαφρίσματος δηλωτικό, για όσους δεν κατάλαβαν το σκέτο «πιάνο». Επίσης και το «Έλεος!» είναι του Γ.Ξ. Γιατί το δικό μου θα το γράψω εγώ τώρα με κεφαλαία: ΕΛΕΟΣ!

    Έλεος, όταν ο κύριος αυτός κάνει τάχα σάτιρα και χιούμορ και βγάζει το ψωμί του με το να χλευάζει και να κατασυκοφαντεί αυτές τις γυναίκες που κουβαλούν· τον σταυρό του εκπατρισμού και της εξαθλίωσης, παραστέκοντας και ξεσκατίζοντας τους ανήμπορους γερόντους μας.

    Στο ίδιο άρθρο, πάντα στην εφημερίδα μας (10/8), έπειτα από τις πουτάνες και κλέφτρες, παρελαύνουν οι άλλοι, οι πλούσιοι Ρώσοι, που μας έρχονται τουρίστες, και, για να είναι πλούσιοι, θα είναι μαφιόζοι κτλ. Αλλά δεν έχει νόημα να επιμείνουμε στις εμμονές του Γ.Ξ.

    Λέω «εμμονές», γιατί περσινό μόλις άρθρο του, στην απεργιακή Ελευθεροτυπία (7.7.12), τον ίδιο στόχο είχε:

    «Οι κοινωνιολόγοι μπορούν να απαντήσουν ίσως γιατί τα αγόρια από την πρώην αλησμόνητη Σοβιετική Ένωση διαθέτουν τόσο εκπαιδευμένη όσφρηση στο πολύτιμο μέταλλο, ακόμη κι αν διακοσμεί ένα ασήμαντο κουταλάκι γλυκού… Βεβαίως, έχουν και την αμέριστη βοήθεια των “πιστών οικονόμων” μαμάδων ή συζύγων τους, που βοηθούν στη μακροζωία των Ελλήνων γερόντων και όχι μόνο. […] Τέλος πάντων, αηδιάζω για το πώς ξεπέσαμε στην ανάγκη αυτών των μαϊμούδων απογόνων των ένδοξων (το πάλαι) “γεωργιανών μπαλέτων”, που θαυμάζαμε».

    Όχι, ούτε σκέτα χυδαιότητα είναι πια αυτό, ούτε ρατσισμός· είναι μικρότητα ψυχής, αξιοδάκρυτη μιζέρια, και ούτε καν μισανθρωπία ––απανθρωπία!

    Και ντρέπομαι και πάλι που χρειάστηκε να ξανασχοληθώ με τα γραπτά του κυρίου Ξανθούλη, έπειτα από τα υπερασπιστικά της θανατικής ποινής, τη μια, τα λαϊκίστικα ισλαμοφοβικά, την άλλη. Είναι όμως κάτι σαν ξόρκι, σαν να πετάς τη γλίτσα αποπάνω σου, αυτή που σου κάθεται αμέσως και σε πνίγει, με το που πιάνεις μόνο και διαβάζεις… Στοιχειώδης υγιεινή, εντέλει.


    [1] Δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς, σε αντίστοιχη περίπτωση, Ελληνίδα μάνα να λέει στο δίχρονο κοριτσάκι της, που είναι δίπλα της, που το κρατάει απ’ το χέρι, που δεν το φωνάζει δηλαδή απ’ την άλλη άκρη της αυλής κτλ., να του λέει λοιπόν: «Ω Μαρία…», έστω: «Αχ Μαρία, κοίτα εδώ!» Θα πει: Μωρό μου / Μωρουδάκι μου / Κοριτσάκι μου, και διάφορα άλλα σχετικά ––σπανιότερα το όνομα, που τότε θα είναι Μαράκι (μου) ή όποιο άλλο υποκοριστικό. Είναι όμως γενικότερο το θέμα με τη χρήση μικρών ονομάτων: προσεχώς.
    http://yannisharis.blogspot.gr/2013/08/40.html

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Νομίζω και χωρίς να θελω να κάνω ουτε τον ξερόλα ούτε τον δικηγόρο του διαβόλου, ότι παρεξηγείτε τα λεγόμενα του Γ. Ξανθούλη και το ύφος του. Αλλά καθείς και οι απόψεις του

    ΑπάντησηΔιαγραφή