Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

CINETROLL: Γιάννης Σμαραγδής - Η “Βουγιουκλάκη” των Ελλήνων σκηνοθετών μόλις πήρε προαγωγή στο Δημόσιο-Toυ Τάσου Θεοδωρόπουλου


Ο ΤΑΖ αποχαιρετά με το παρακάτω, κάθε πιθανότητα να «βολευτεί» σε μια κρατική θεσούλα πολιτισμού ακόμα κι αν προκηρυχτεί διαγωνισμός για ταξιθέτριες.

Όλοι οι καλοί χωράνε αρκεί να λένε τη σωστή μαντινάδα. 
Ούτως ή άλλως, αν μένει κάτι σταθερό σε περιόδους κρίσης, είναι ότι πόστα υπάρχουνε. 
Για τον σκηνοθέτη Γιάννη Σμαραγδή που εντυπωσίασε πριν από καιρό αφιερώνοντας εθνοσωτήρια μαντινάδα στον πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά, αυτό φαίνεται πως δεν ήταν ποτέ πρόβλημα. 

Η σωστή μαντινάδα, δηλαδή, που θα τον οδηγήσει στην ποθητή καρέκλα την οποία άφησε κενή ο Γιάννης Μπουτάρης επικαλούμενος προεκλογικές υποχρεώσεις.
 Αυτήν του προέδρου του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

Όχι πως ο πρόεδρος του μεγαλύτερου κινηματογραφικού φεστιβάλ των Βαλκανίων, έχει ουσιαστικές υποχρεώσεις και παρέμβαση στον προγραμματισμό. Αυτές μέχρι στιγμής τουλάχιστον ανήκουν στον Δημήτρη Εϊπίδη. 

Κι ευτυχώς δηλαδή που δεν ανήκουν και στον πρόεδρο γιατί κρίνοντας από το υψηλό εθνικό φρόνημα του Σμαραγδή στα αλήστου μνήμης κινηματογραφικά του έπη, δεν θα ήταν καθόλου απίθανο το φεστιβάλ να φιλοξενούσε ρετροσπεκτίβα στο έργο του Τζέιμς Πάρις από τη χουντική δεκαετία του 70. 

Σαν εκείνη την υπερπαραγωγή που έχουν εισβάλει οι Βούλγαροι στη Μακεδονία κι ο Λάκης Κομνηνός, σε ρόλο κομιτατζή, έχει απιθώσει την πόρνη Άννα Φόνσου πάνω σε ένα βαρέλι και της φωνάζει «χόρευε σκύλα, χόρευε».

Δεν διαφέρει εξάλλου πολύ το ιδεολογικό κι αισθητικό concept των ταινιών του Σμαραγδή αν εξαιρέσεις ότι μάλλον έχει μια αλλεργία στις πόρνες και προτιμάει να ντύνει τις πρωταγωνίστριες του με μπροκάρ κουρτινόπανα εποχής, σε φραμπαλά από το βεστιάριο για να υπογραμμίζουν και την καλλιτεχνική βαρύτητα της ταινίας. 

Έχει, όμως, τον δικό του Λάκη, τον Λαζόπουλο σε ρόλο κομπάρσου και αλληγορικού γέροντα Παϊσιου σχεδόν σε κάθε του ταινία, για να εξασφαλίζει και το πιστοποιητικό ποιότητας πέρα από αυτό των φρονημάτων.

Με κάτι τέτοιες κινήσεις ρουά ματ, τόσο σε καλλιτεχνικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο, ο Σμαραγδής έφτασε στον στόχο του. 
Που για να μην γελιόμαστε, πάντα ήταν κάτι πολύ πιο μεγάλο από το να γίνει πρόεδρος του ΔΣ του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης που σε τελική ανάλυση, επίσημα τουλάχιστον είναι μια άμισθη θέση. Αν και με το πως κυλάνε τα λεφτά από τις επιχορηγήσεις και τα ΕΣΠΑ στη Θεσσαλονίκη ποτέ δεν ξέρεις, ειδικά τα παλιά καλά χρόνια.

Ο στόχος του ήταν μια θέση που θα επικυρώνει το status του ως εθνικός σκηνοθέτης. 
Κάτι σαν Αλίκη Βουγιουκλάκη των Ελλήνων σκηνοθετών (χωρίς ίχνος από την τσαχπινιά και τη χάρη της για να μην προσβάλουμε το Αλικάκι). 

Πώς γίνεσαι εθνικός σκηνοθέτης; 
Γυρίζοντας εκπαιδευτικές υπερπαραγωγές του τσακισμένου κόντρα πλακέ και κερδίζοντας μέσω αυτών την αναγνώριση και το θαυμασμό του πρωθυπουργού και του υπουργού πολιτισμού Πάνου Παναγιωτόπουλου ο οποίος τον διόρισε.

 Ναι, αυτός ο τύπος που κάποτε σε ένδειξη πολιτισμού κερνούσε ζωντανά πίτσες τον Βασίλη Λεβέντη, στην τηλεοπτική του εκπομπή για να τον κάνει ρεζίλι.

Πώς ήτανε στα μαθητικά μας χρόνια κάτι αξιοθρήνητες παιδικές θεατρικές παραστάσεις που τριγύριζαν σε κάθε συνοικιακό κινηματοθέατρο και η δασκάλα μας έστελνε να τις δούμε μόνο και μόνο επειδή ήταν εγκεκριμένες από το υπουργείο Παιδείας; 
Το ίδιο και το αυτό.

 Με την κυβερνητική αποδοχή και την ανάλογη προπαγανδιστική διαφήμιση στα όρια της πλύσης του εγκεφάλου που του προσέφεραν τα ελεγχόμενα ΜΜΕ, ο Γιάννης Σμαραγδής έπεισε κάθε άμοιρη πως «Ο Θεός Αγαπάει το Χαβιάρι» ήταν μια υπερπαραγωγή που έπρεπε όλοι να δουν και έκανε εισιτήρια. 

Μολονότι αυτή τη φορά το κοινό προέκυψε πιο υποψιασμένο, από το καλλιτεχνικό φιάσκο του προηγούμενου ιστορικού – βιογραφικού του έπους, «Ελ Γκρέκο» και τα εισιτήρια ήταν εμφανώς πεσμένα.

Πράγμα που λογικά του δημιούργησε έναν σχετικό πανικό, ειδικά από τη στιγμή που ετοιμάζεται για μια ακόμα υπερφίαλη πανδαισία του φτωχού, με κάποιο άλλο άτυχο που θα πέσει στα χέρια του, ιστορικό πρόσωπο.

 Και φυσικά χρειάζεται την οικονομική στήριξη του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου που ως γνωστόν αγαπάει και προωθεί τη φρέσκια ματιά και τους νέους σκηνοθέτες όπως αυτός. Σε αυτό το σημείο μόνο μια πατερίτσα μπορούσε να του φανεί χρήσιμη κι αυτή είναι η κρατική. Γιατί από την κριτική, δύσκολα να την ξαναβρεί

. Όχι πως δεν το προσπάθησε και πως δεν υπήρξαν λίγοι που τελευταία στιγμή λάκισαν κι έκαναν τα στραβά μάτια, απέναντι στα επί της οθόνης τερατουργήματα. 

Οι οποίοι κριτικοί και φυσικά κατά τη γνώμη του ιδίου και της αυλής που τον στηρίζει είμαστε κακοπροαίρετοι και μίζεροι που δεν αναγνωρίζουμε το μεγαλείο του και θα το βρούμε από το Θεό, γιατί ο Θεός αγαπάει το καλό.

Κάτι τέτοιες περίπου, παραληρηματικές δηλώσεις έχει κάνει κατά καιρούς.
 Τουλάχιστον πριν εξασφαλιστεί κυβερνητικά. 
Από μια δεξιά κυβέρνηση που ανέκαθεν θεωρούσε το τρίπτυχο πατρίς – θρησκεία – οικογένεια, καλλιτεχνική δήλωση οπότε και του ταιριάζει απόλυτα.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου